Απολυτίκια, συναξάρια  και βιοτή  των Αγίων, των οποίων ιερά λείψανα φυλάσσονται στον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης Χολαργού

Απολυτίκιον.
Ἦχος πλ. δ'
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστὴρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν. Ὅσιε Πατὴρ ἡμῶν Θεοδόσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχὰς ἡμῶν.

Συναξάριον:
Τῇ ΙΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός (Ιανουαρίου), Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου καὶ Καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου.

Βίος και πολιτεία:
Ο Όσιος Θεοδόσιος καταγόταν απὸ την κωμόπολη της Μωγαρισσού, η οποία ανήκε στην επαρχία της Καππαδοκίας. Έζησε κατὰ τους χρόνους του Λέοντος του Θρακὸς και έφτασε έως και τους χρόνους του αυτοκράτορα Αναστασίου (491 – 518 μ.Χ.). Ο πατέρας του ονομαζόταν Προαιρέσιος και η μητέρα του Ευλογία. Ήταν και οι δυὸ ευσεβείς και πιστοὶ άνθρωποι. Ο Θεοδόσιος όμως, απὸ θείο ζήλο, δεν ακολούθησε την έγγαμο ζωή, αλλὰ το μοναχικὸ βίο. Γι’ αυτὸ έφυγε απὸ την πατρίδα του και πήγε στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους. Στη συνέχεια μετέβη στὴν Αντιόχεια, όπου επισκέφθηκε τον Άγιο Συμεὼν τον Στυλίτη, ο οποίος τον εμύησε στα της
μοναχικής πολιτείας και της αρετής και του προείπε ότι θα γίνει ποιμένας πολλών λογικών προβάτων. Ασκήτεψε κοντὰ στο θαυμαστὸ και ενάρετο ασκητή, που ονομαζόταν Λογγίνος, με τον οποίο μαζὶ μελετούσε, συζητούσε και προσευχόταν και του οποίου σπούδαζε την πνευματικὴ διαύγεια και τη μεγάλη ταπεινοφροσύνη.
Ο Όσιος Θεοδόσιος απὸ την προσευχὴ και την άσκηση, έφθασε σε τέτοιο ύψος ηθικής τελειότητας, ώστε να επιτελεί, με τη χάρη του Θεού, θαύματα. Ο Άγιος είχε κατασκευάσει έναν τάφο για τον ἑαυτό του, ώστε βλέποντάς τον να ενθυμείται το θάνατο. Τον τάφο αυτὸν εγκαινίασε με το θάνατό του ένας Άγιος ασκητής, ονόματι Βασίλειος. Τον ασκητὴ λοιπὸν αυτόν, ενώ είχε πεθάνει, μόνο ο Θεοδόσιος και ένας άλλος μοναχὸς τον έβλεπαν να στέκεται ανάμεσα στους άλλους μοναχοὺς και να συμψάλλει. Στους υπόλοιπους μοναχοὺς ο Βασίλειος ήταν αθέατος. Ένα άλλο θαύμα του Αγίου είναι το ότι σε κάποιον τόπο στον οποίο επρόκειτο να ιδρύσει μοναστήρι, άναψε σβησμένα κάρβουνα, χωρὶς να έχει φωτιά.
Αλλὰ και το προορατικὸ χάρισμα είχε λάβει απὸ τον Θεὸ ο Άγιος. Έτσι προείπε την καταστροφὴ που θα γινόταν στην Αντιόχεια απὸ μεγάλο σεισμό.
Ο Όσιος Θεοδόσιος υπήρξε και καθηγητὴς πολλών μοναχών στην ασκητικὴ ζωή. Δὲν άργησε έτσι πλησίον του να σχηματισθεί κοινοβιακὴ ζωὴ που τον είχε ως κέντρο και οδηγό. Ο υπερβολικὸς αριθμὸς των μοναχών που συγκεντρώθηκαν κοντά του, τον έκανε να σκεφθεί ποὺ θα ήταν προτιμότερο να ιδρύσουν κοινοβιακὸ Μοναστήρι. Μετὰ απὸ προσευχὴ και σκέψη εξέλεξαν ερημικὸ τόπο, πέραν της Νεκράς Θάλασσας, η οποία απέχει απὸ τα Ιεροσόλυμα αρκετὲς ώρες. Εκεί το μέγα πλήθος της αδελφότητας, έκτισε σε λίγο χρόνο Μονὴ με εκκλησία και νοσοκομεία, καθόσον η φήμη του Οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου έφερε εκεί πλήθη που ζητούσαν τη συμβουλή του, την ευλογία του ή την υλική του βοήθεια. Εκείνος τούς δεχόταν πατρικὰ πάντοτε, τούς καθοδηγούσε, τούς ενθάρρυνε ή τούς παρακαλοῦσε, σαν να ήταν αυτὸς που έπασχε και είχε ανάγκη της ιατρείας. Στις ώρες του μεσονυκτίου ανέτεινε τα χέρια του στον ουρανὸ και ζητούσε ενίσχυση και χάρη και άφεση για ανθρώπους, προς τους οποίους προ ολίγων ωρών ήταν εντελώς άγνωστος.
Ο Όσιος Θεοδόσιος, αφού έφθασε σε βαθύτατο γήρας, κοιμήθηκε με ειρήνη. Ἡ είδηση της κοιμήσεώς του διαδόθηκε σαν αστραπή. Και έτρεξαν πολλοί, λαϊκοί, κληρικοὶ και μοναχοί, ακόμη και επίσκοποι, για να ασπασθούν το ιερὸ λείψανο του Αγίου ανδρός, που στάθηκε για όλους φιλόστοργος πατέρας και προστατευτικὸς αδελφός. Και αυτὸς ακόμη ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων προσήλθε να ασπασθεί και να παρασθεί στην εξόδιο Ακολουθία. Μεγάλη δε υπήρξε η συγκίνησή του, όταν βρέθηκε ενώπιον του ιερού σκηνώματος του Οσίου. Η σύναξή του ετελείτο στο σεπτὸ Αποστολείο του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, που ήταν κοντὰ στην Αγία Σοφία.