Συζητώντας για τον ανθρώπινο και τον θείο έρωτα (β΄)

γαμοςΜετά την σύντομη διερεύνηση των τύπων, φοβάμαι ότι θα βρίσκεστε στην δυσάρεστη θέση μέσα σας να σκέφτεστε με αρκετό θυμό για τα πεθερικά σας, όσοι έχετε σχέσεις, και να λέτε: κοίταξε να δεις τελικά πόσα ελαττώματα του άλλου, του/της  συντρόφου   μου οφείλονται στον τρόπο που μεγάλωσε, και πώς  τον αντιμετώπιζαν και τέλος πάντων με τι κριτήρια τον διάλεξε. Αλλά νομίζω πως σε τέτοια θέματα,  όπως ο γάμος,  η αλλαγή πρέπει να αρχίσει από τον άλλον. Η κριτική αλλαγή θα πρέπει να αρχίσει  από εμάς τους ιδίους. Μια άλλη αντίδραση είναι να τα βάλουμε με τους δικούς μας  γονείς. Αλλά και  αυτό είναι μια λάθος αντίδραση. Ίσως πρέπει να την  βιώσουμε  κάποια στιγμή, αλλά να κάνει τον κύκλο της και να φύγει. Να μη μείνει για πάντα, γιατί είναι άδικο και για μας και για τους γονείς μας.

Αυτά τα ζητήματα πιστεύω ότι δεν μπορούν  να αντιμετωπιστούν με στροφή  στο παρελθόν, με την έννοια του να αναζητήσουμε ευθύνες. Στροφή στο παρελθόν χρειάζεται  να γίνει με την έννοια της  αυτοκριτικής, δηλ. να δούμε ποια λάθη κάναμε εμείς, να κοιτάξουμε  πώς μπορούμε να αλλάξουμε το μέλλον. Ανεξάρτητα από τα λάθη των γονέων να μπορέσουμε εμείς, αλλάζοντας το παρόν,  να αλλάξουμε το μέλλον, δηλ. την επόμενη γενιά  από εμάς και τα παιδιά μας. Με τον τρόπο των παραπόνων δεν απονέμουμε δικαιοσύνη και αντί να ζητάμε να απονεμηθεί δικαιοσύνη, οφείλουμε να κάνουμε την υπέρβαση εμείς, ώστε η επόμενη γενεά να ερωτευτεί με μεγαλύτερη υγεία και να έχει γάμο υγιέστερο. Και αυτοί ακόμα περισσότερο στα παιδιά τους.

Θα ήθελα τώρα να αναφερθώ σε ένα φαινόμενο το οποίο είναι και αυτό ιδιαίτερα προβληματικό και στην εποχή μας, το συναντούμε συχνά και θα το ονόμαζα η φρενίτιδα των σχέσεων. Κάποτε ήρθε μια κοπέλα, που ήταν 19 χρονών,  και μου  αριθμούσε εικοσιμία σχέσεις μέχρι τότε. Ας σημειώσω ότι πριν λίγα χρόνια  οι νέοι μας μιλούσαν ακόμα για δεσμούς και τώρα τις λένε σχέσεις. Αυτό έχει να κάνει κυρίως  με την μείωση της δέσμευσης. Υπάρχει λοιπόν μια δίψα σε  κάποιους ανθρώπους για πληθώρα σχέσεων και καμιά φορά είναι και παράλληλες. Αναμφίβολα πρόκειται για καταστάσεις καταδικαστέες από ηθικής πλευράς. Αλλά δεν φτάνει μόνο να τις καταδικάσουμε, αλλά και να  μπορέσουμε να καταλάβουμε γιατί αυτό  το φαινόμενο. Γιατί κάποιοι άνθρωποι έχουν ανάγκη από πολλαπλές σχέσεις την ίδια στιγμή ή γιατί  δεν μπορούν να μείνουν κάποιο διάστημα χωρίς δεσμό; Νομίζω  ότι εκείνο που   κρύβεται  από πίσω  είναι μια αδυναμία να μείνει ο άνθρωπος με τον εαυτό του. Για κάποιους λόγους η αυτοεκτίμησή τους βρίσκεται υπό το μηδέν  και αναζητούν απεγνωσμένα κάποιον να τους δίνει την αίσθηση ότι αξίζουν και όταν σταματούν να παίρνουν αυτή την αίσθηση δυστυχούν.

Ακόμα θέλω να σας πω ότι ο γάμος, ο εκκλησιαστικός γάμος, έχει τη δυνατότητα να  αποτελεί την κάθαρση όλων αυτών των παραπάνω, όλης αυτής της παθολογίας, η οποία ίσως και μας ψυχοπλάκωσε. Όταν μιλάμε για εκκλησιαστικό γάμο δεν εννοούμε ότι θα έπρεπε  οι άνθρωποι να προσέρχονται  χωρίς να έχουν κανένα από αυτά τα ελαττώματα στη σχέση τους. Αυτό θα ήταν ουτοπία. Όλοι έχουμε τις παθολογίες μας και έτσι ξεκινούν οι δεσμοί και οι γάμοι. Το θέμα είναι ότι ο νοούμενος γάμος εκκλησιαστικά, θα έπρεπε να μπορεί να θεραπεύσει όλα αυτά και πιστεύουμε ότι  έχει την δυνατότητα να το κάνει. Νομίζω ότι ως Εκκλησία χριστιανική, και ας μην εξαιρέσουμε και την Ορθόδοξη, (γιατί είναι λάθη ανθρώπων και όχι λάθη του Θεού)  έχουμε αποτύχει  σε γενικές γραμμές στο να καταστήσουμε τον γάμο ως τον χώρο εκείνο όπου  αυτά τα αρρωστήματα θεραπεύονται. Έχουμε αποτύχει στο να καταστήσουμε τον γάμο διαφήμιση του έρωτα, έτσι ώστε να βοηθήσουμε τη νέα γενιά, η οποία όπως ξέρετε αρνείται να δεσμευτεί και φοβάται το γάμο όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά διότι δεν είδε στις προηγούμενες γενεές  μια πειστική διαφήμισή του.     

 Ένας επιστήμονας, ονόματι Στέρνμπεργκ, αφού ανέλυσε πολλά ζευγάρια, 1.500 στον αριθμό,  με πραγματικά επιτυχημένο γάμο, διαπίστωσε ότι υπήρχαν σε όλους  τρία κοινά σημεία σημαντικά. Τρία σημαντικά σημεία τα οποία αποτελούν  ένα τρίγωνο και το ιδεώδες θα πρέπει να είναι ισόπλευρο. Το ένα στοιχείο είναι το πάθος, ο έρωτας.  Όταν είμαι ερωτευμένος χτυπάει η καρδιά μου. Το δεύτερο στοιχείο είναι η οικειότητα, η τρυφερότητα, η ζεστασιά, το μοίρασμα, το άνοιγμα ψυχής του ενός προς τον άλλον. Τα λέω με χρονολογική σειρά που εμφανίζονται, γιατί πρώτα εμφανίζεται ο έρωτας  και μετά η οικειότητα. Είναι αρκετά αυτά, λέει; Όχι. Χρειάζεται και το τρίτο στοιχείο, το οποίο είναι η δέσμευση. Δηλ. έχω τα άλλα δύο, αλλά θέλω τώρα να είμαι με αυτόν τον άνθρωπο για πάντα, να δέσω τη ζωή μου μαζί του.

Λοιπόν αν προσέξουμε  τώρα με βάση αυτό το κριτήριο, οι περισσότερες σχέσεις σήμερα ταλαιπωρούνται επειδή δεν έχουν ισόπλευρο τρίγωνο. Αναπτύσσουν το ένα ή τα δύο από  τα τρία. Και το μεν πρώτο, σκέτο το αναπτύσσουν  μόνο οι επιφανειακές σχέσεις της μια βραδιάς  ή του ενός μήνα, μόνο για τον έρωτα. Εξ άλλου  άνοιγμα και ζεστασιά και οικειότητα μπορεί να έχει και μια φιλία, χωρίς τον έρωτα.  Όταν έχει προηγηθεί ο έρωτας  και μετά περνάμε στην οικειότητα, τότε έχουμε μια σχέση που λειτουργεί και ας πάρουμε την περίπτωση που λειτουργεί καλά, αλλά δεν μπορεί να προχωρήσει ποτέ σε δέσμευση,  δηλ. σε γάμο, και έτσι έχουμε μια συμβίωση μακρόχρονη. Όμως η συμβίωση δεν μπορεί να θεωρηθεί δέσμευση ενώπιον της κοινωνίας. Είναι ένα γεγονός που σε δευτερόλεπτα σταματάει αν το αποφασίσεις, γιατί δεν υπάρχει κάτι νομικό που να που σε κρατάει εκεί. 

Ας  φέρω ένα παράδειγμα χειροπιαστό. Για να ανάψουμε ένα τζάκι χρειαζόμαστε λεπτά κλαράκια και  φωτιά. Χρειαζόμαστε το πρώτο φούντωμα και αυτό είναι το πάθος. Είναι αρκετό; Δεν είναι αρκετό. Αν μας ενδιαφέρει μόνο το συναίσθημα του  έρωτα θα έχουμε  πολύ θεαματικό αποτέλεσμα να βλέπουμε  το τζάκι για λίγα λεπτά να  γίνεται φαντασμαγορικό θέαμα, και σε λίγο να μας αφήνει να κρυώνουμε και να μένουν στάχτες. Τι χρειαζόμαστε; Χρειαζόμαστε μόλις ξεκινήσει η φωτιά να μπει ένα μεγαλύτερο ξύλο και μετά το πιο μεγάλο, ώστε το πάθος να μεταδοθεί και να κρατήσει για καιρό. Αυτή είναι η οικειότητα. Αυτό θα ζεστάνει αυτούς τους δύο ανθρώπους για καιρό πια. Είναι αρκετά αυτά τα δύο; Τι  θα πούμε στους νέους που μας λένε ότι δεν χρειάζεται ο γάμος, αλλά μόνο η συμβίωση;  Δεν είναι αρκετά, για τον απλούστατο λόγο εάν κάπου ανάψεις μια φωτιά, όσο καλά και να πετύχεις να πυρακτωθεί το ξύλο, είσαι εκτεθειμένος στους μικρούς, αλλά  και στους δυνατούς  ανέμους, στην ξαφνική μικρή, αλλά και  μεγάλη βροχή, ώστε να σβήσει. Η φωτιά που πέτυχες χρειάζεται προστασία.  Και την προστασία την δίνει η εστία του τζακιού. Εκεί  διαφυλάττεις τη φωτιά να κρατήσει ώρες, να φεύγει ο καπνός ώστε να μην έρχεται πάνω σου και να μην  κινδυνεύει να σβήσει. Αυτός είναι ο γάμος, η εστία δηλ. που λειτουργεί ως δέσμευση. Η δέσμευση δίνει το αίσθημα της ασφάλειας και σε εμάς και στον/στην σύντροφό μας. Μετά,  όταν υπάρξει πρόβλημα, όταν υπάρξει κρίση, η δέσμευση που έχεις κάνει σε ωθεί χωρίς να το καταλαβαίνεις να δουλέψεις σοβαρά  για την κρίση, σε βοηθά να την  διορθώσεις. Επίσης βοηθάει  προστατεύοντας από τους εξωτερικούς παράγοντες. Υπάρχουν άνθρωποι απ’ έξω  που επιβουλεύονται μια σχέση, αλλά που αναστέλλονται  όταν υπάρχει γάμος. Όταν  όμως αυτή η δέσμευση είναι και  εκκλησιαστική, όταν βλέπω τον άλλον, τον σύντροφό μου, σαν μέλος του σώματος του Χριστού,  που συνδεθήκαμε με το μέγα Μυστήριο του γάμου, αυτή η δέσμευση λειτουργεί όχι μόνο ψυχολογικά όπως πριν, αλλά και πνευματικά. Κάθε απόπειρά μου να απομακρυνθώ  ψυχικά από τον σύντροφό μου, την βιώνω ως απομάκρυνση από τον Χριστό. Δηλ. είναι μια άλλου τύπου δέσμευση τώρα, η οποία δεν είναι νομική πια αλλά καθαρά πνευματική. Ο γάμος που γίνεται υπό ουσιαστικές εκκλησιαστικές προϋποθέσεις, μπορεί να βοηθήσει και τα τρία στοιχεία  του τριγώνου.  Και το πάθος και την οικειότητα και την δέσμευση. 

του Πρωτοπρ. π. Ιωάννη Καλογερόπουλου


Εκτύπωση   Email