Άξονες ανάπτυξης της εφηβείας : 1. Ανεξαρτησία και κρίση (β΄μέρος)

εφηβεια

Ένας από τους τρόπους που ο έφηβος χρησιμοποιεί για να αισθανθεί ανεξάρτητος είναι η αντιδραστικότητα. Με αυτήν εννοούμε τη συστηματική άρνηση ή αντίθεση των προτάσεων των γονέων, ακόμη και αν κατά βάθος γνωρίζει πως έχουν δίκιο. Ενώ πρόκειται καταφανώς για ανώριμη συμπεριφορά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μακροπρόθεσμα εξυπηρετεί την ωρίμανση. Όμως δεν παύει να ενοχλεί και να εκνευρίζει τους γονείς. Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να κατανοήσουμε και την υπερβολική επαναστατικότητα, η οποία είναι πιθανότερο να παρατηρηθεί σε εφήβους που δεν είχαν προηγουμένως εξερευνήσει την ελευθερία τους ή των οποίων οι γονείς δεν έχουν καμία διάθεση να τους την παραχωρήσουν.
Αν και θα αναφερθούμε παρακάτω στη χρήση ουσιών, εδώ σημειώνουμε πως η κατάκτηση της ανεξαρτησίας στις μεσογειακές χώρες (όπου οι οικογενειακοί δεσμοί είναι παραδοσιακά στενότεροι) γίνεται δυσκολότερη και οι «μάχες» πού θα δοθούν θα είναι σκληρότερες. Υπό το πρίσμα αυτό χρειάζεται να έχουμε υπ’ όψιν ότι ο αγώνας για ανεξαρτησία θα δοθεί και μέσα από τη χρήση νόμιμων (κάπνισμα, αλκοόλ) και παράνομων ουσιών (εξαρτησιογόνες). Ίσως αυτό να αποτελεί μία από τις εξηγήσεις των υψηλότατων ποσοστών καπνίσματος στην Ελλάδα ήδη από πολύ νωρίς (από τα 11-12 μερικές φορές), καθώς και του γεγονότος πως η ηλικία καταφυγής στο αλκοόλ και στα ναρκωτικά κατεβαίνει συνεχώς επικίνδυνα. Φυσικά καταντά ειρωνικά τραγικό η κίνηση προς την ανεξαρτησία να καταντά σε εξάρτηση υπό άλλη μορφή, αλλά όταν ο έφηβος ξεκινά τη χρήση είναι συναισθηματικά πεπεισμένος ότι δι’ αυτής κατακτά την πολυπόθητη ανεξαρτησία (μια ψευδαίσθηση η οποία δεν τον εγκαταλείπει ούτε και στην κατάσταση της βαρειάς εξάρτησης από τα ναρκωτικά, όπου παρατηρούμε την γνωστή και ανεξήγητη αυτοπεποίθηση των τοξικομανών). Επίσης έχει σημασία και η ηλικία κατά την οποία αρχίζει η μάχη για ανεξαρτησία μέσω  της χρήσης ουσιών· στην αρχή της εφηβείας π.χ. το ποτό μπορεί να καταστεί ακόμη πιο επικίνδυνο για το μέλλον του εφήβου αφού κρύβει μεγαλύτερο κίνδυνο εθισμού.
Εξ άλλου ο εργαζόμενος έφηβος αποκτά νωρίτερα την αυτονομία του ενώ αυτός που σπουδάζει καθυστερεί αισθητά.[11]
Η στενότερη σύνδεση με το προστατευτικό περιβάλλον της οικογένειας που παρατηρείται σε μας καθυστερεί την εξεύρεση εργασίας και κάνει την εφηβική εργασία ανεπιθύμητο (και για γονείς και για εφήβους) τρόπο ανεξαρτησίας. Αντίθετα, «σε βρετανική έρευνα του 1997 το 38% των εφήβων 11-16 χρόνων δήλωσαν ότι είχαν εργασθεί για κάποιο διάστημα τον τελευταίο 1 χρόνο».[12] Παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στις ΗΠΑ. Θα έλεγε κανείς ότι στις μεσογειακές κοινωνίες υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για περιοδική εργασία των εφήβων με στόχο την ψυχολογική εξοικείωση με την ανεξαρτησία τόσο των ιδίων όσο και των γονέων τους.
Στην πραγματικότητα ο αυταρχισμός των γονέων σπρώχνει τους εφήβους σε μεγαλύτερα λάθη. Έφηβοι που δεν τους επιτρέπεται από τους γονείς να εμπλέκονται οι ίδιοι στη διαδικασία λήψης αποφάσεων έχουν περισσότερες πιθανότητες να στραφούν στην αμάδα των συνομηλίκων τους και να λάβουν έτσι ακατάλληλες αποφάσεις.[13] Η συμμετοχή τους στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, αντίθετα, τους μεταδίδει το μήνυμα πως και η δική τους πλευρά από την οποία βλέπουν τα ζητήματα είναι νόμιμη (δίνοντας έτσι το μήνυμα ότι αποδεχόμαστε την προσωπικότητά τους και την εξέλιξή της), καθιστά δε πιθανότερο να ενστερνισθούν αξίες και στάσεις των γονέων επειδή πείσθηκαν και όχι επειδή υποχρεώθηκαν.
«Υγιής προσαρμογή σημαίνει κατάλληλα άρια μεταξύ αυτών και των γονέων τους και προθυμία να εκφράσουν ανάγκες ή αξίες διαφορετικές από των γονέων τους δίχως να νοιώθουν ότι απειλούν τη σχέση τους και δίχως αισθήματα ενοχής».[14] Πράγματι, η ενοχή ότι θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ψυχική (ή και στην υγεία) βλάβη στους γονείς τους βρίσκεται πίσω από την απροθυμία αρκετών εφήβων να αυτονομηθούν. Αυτό εξαρτάται από το αν οι γονείς έχουν άθελά τους μεταδώσει το μήνυμα ότι δεν θα αντέξουν την ανεξαρτησία των παιδιών τους.
Η ανεξαρτησία συνδέεται στενά με την αυτοεκτίμηση. Όσο κερδίζει τη δεύτερη ο έφηβος τόσο χαλαρώνει η ένταση για την απόκτηση της πρώτης. Η αυτοεκτίμηση προκύπτει από τη γονεϊκή στήριξη και την κινητοποίηση με το φιλότιμο, ενώ μειώνεται με την καταπίεση αφ’ όσον του μεταδίδει αρνητικά μηνύματα για τον εαυτό του. Μάλιστα, η  έλλειψη αυτοεκτίμησης των γονέων για τον εαυτό τους ενδέχεται να μεταδοθεί και στον έφηβο.
Ενδιαφέρον είναι πως οι έφηβοι με αυτοεκτίμηση ανέφεραν μεγαλύτερη στήριξη και φροντίδα από τους γονείς τους, αλλά αυτό δεν ίσχυε από την πλευρά των γονέων· όταν οι γονείς αντιλαμβάνονταν ότι στήριζαν τον έφηβό τους αυτό δεν συμβάδιζε με υψηλή αυτοεκτίμηση των τελευταίων, σημάδι ότι δεν προσλαμβάνουν τα παιδιά μας ό,τι εμείς νομίζουμε. Τέλος, αποδεικνύεται πως η στήριξη και ενθάρρυνση των πατέρων ήταν σημαντικότερη από των μητέρων, κυρίως για τα αγόρια.[15]
Τα άκρα ζημιώνουν, ενώ το κλειδί βρίσκεται στη βαθμιαία παροχή της ανεξαρτησίας που ταιριάζει στην ηλικία. «Έφηβοι που ανατράφηκαν με αυστηρό και αυταρχικό τρόπο ήταν πιο πιθανό να απορρίψουν την παραδοσιακή ηθική και την πίστη, καθώς και να εμπλακούν σε πράξεις εξέγερσης. Παρόμοια, έφηβοι που ανατράφηκαν επιτρεπτικά ήταν πιο πιθανό να εμπλακούν σε ηδονιστικές δραστηριότητες, να απορρίψουν την αυθεντία, και να αποσυνδεθούν από την Εκκλησία. Αντίθετα, έφηβοι που τους δόθηκαν σταθερές κατευθύνσεις μαζί με βαθμιαία αυξανόμενη ελευθερία να λαμβάνουν τις αποφάσεις τους ήταν πιο πιθανό να αντανακλούν αυτοεκτίμηση, να ενστερνισθούν τη χριστιανική πίστη, και να εμπλακούν σε δραστηριότητες προσφοράς».[16]
Η συναισθηματική αυτονομία των εφήβων αποβαίνει ευεργετική γι’ αυτούς κυρίως σε οικογένειες που βρίσκονται σε συνθήκες στρεσσογόνες (διαταραγμένη οικογενειακή δομή, έλλειψη γονικής ζεστασιάς, συγκρούσεις, απουσία συνοχής). Αντίθετα, ενδέχεται να αποβεί ζημιογόνα όταν η  οικογένεια χαρακτηρίζεται από υποστηρικτική συμπεριφορά, διότι στερεί τον έφηβο από τα αγαθά της.[17]
Πάντως δεν μπορούμε να αποτιμήσουμε τη σημασία της ψυχικής απομάκρυνσης του εφήβου από τους γονείς του ως στρατηγικής προκειμένου να μην παραμένει ευάλωτος στις στρεσσογόνες συνθήκες της οικογένειας. Φυσικά αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε πρόωρη ανεξαρτησία. «Όσο και αν βραχυπρόθεσμα αυτή βοηθά, ίσως μακροπρόθεσμα να υποσκάψει την ικανότητα για μελλοντικές σχέσεις».[18] Άλλο τακτική προσαρμογής και άλλο άριστη τακτική.
Ας μην λησμονούμε ότι συχνά η ανεξαρτησία κατακτάται μέσα από τη πρόκληση. Το παράνομο ασκεί έλξη στον έφηβο επειδή του δίνει την αίσθηση ότι δυνάμωσε αρκετά ώστε να μπορεί να αψηφά τις απαγορεύσεις. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της αυτοκριτικής του αγίου Αυγουστίνου:
«Ήταν ωραία τα αχλάδια εκείνα, όμως η ψυχή μου δεν τα ορέχτηκε γι’ αυτά τα ίδια. Είχα πολλά και πολύ καλύτερα από αυτά. Τα έκοψα μόνο και μόνο για να κλέψω... Ποια  απόλαυση λοιπόν μου έδωσε η κλοπή;... Ήθελα άραγε μέσα από τη φυλακή μου να παραστήσω τον ελεύθερο και να πάρω το απαγορευμένο ατιμωρητί! Τι άθλια παρωδία παντοδυναμίας!»[19]
Η απόλαυση του ρίσκου (επικίνδυνη οδήγηση, ουσίες, βία και πρόκληση προς το νόμο) εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο. O έφηβος ενδίδει στον φαντασιωσικό πειρασμό της παντοδυναμίας, κάτι που είναι πιθανότερο να συμβεί είτε σε εφήβους που δεν γνώρισαν όρια στη αγωγή τους είτε σε εκείνους που έζησαν πολύ έντονα και ασφυκτικά όρια τα οποία τώρα αποτινάσσουν. Αυτή η απόλαυση του ρίσκου ενέχει ένα στοιχείο συναισθηματικής «μέθης».
Υπάρχουν έφηβοι που δεν κατακτούν την ανεξαρτησία; Φυσικά. Όλοι γνωρίζουμε ενήλικες που έκαναν οικογένεια, αλλά οι οποίοι δεν έχουν ποτέ αμφισβητήσει τους γονείς τους και εξαρτώνται ακόμη από αυτούς για τις αποφάσεις τους. Πρόκειται για ήττα στη «μάχη» της διαμόρφωσης ταυτότητας, για συμμόρφωση και υπανάπτυξη. Διαθέτει και αυτή τη γοητεία της διότι όταν ο γονέας συστηματικά χρησιμοποιεί τη στάση «κάνε το αυτό για μένα, για να με ευχαριστήσεις», πολύ γρήγορα ο έφηβος αντιλαμβάνεται την εξαιρετική δύναμη που διαθέτει απέναντι στους γονείς του, με το να τούς ικανοποιεί ή όχι.[20] Στην περίοδο της εφηβείας η αποτυχία της ανεξαρτησίας συχνά εμφανίζεται ως ψευδής εαυτός, ως ένας «μικρομεγάλος» που δεν έχει επίγνωση των συναισθημάτων του.[21]

Από το νέο βιβλίο του π. Βασιλείου Θερμού
«Ταραγμένη Άνοιξη, Για μια κατανόηση της εφηβείας»,
εκδόσεις ΔΟΜΗ-ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ

________________________________________

[11] Έλσας Σμίντ-Κιτσίκη Το εφηβικό πάθος, εκδ. Καστανιώτη, 2007, σ. 97.
[12] Philip Graham The end of adolescence. Oxford University Press, 2004, σ. 226.
[13] Susan Silverberg, Dawn Gondoli Autonomy in adolescence: a contextualixed perspective. “Psychosocial development during adolescence”, Gerald Adams, Raymond Montemayor, Thomas Gullotta (edσ.), Sage publ., 1996, σ. 12-61.
[14] ό.π.
[15] Patricia Noller Relationships with parents in adolescence: process and outcome. “Personal relationships during adolescence”, Raymond Montemayor, Gerald Adams, Thomas Gullotta (eds.), Sage publ., 1994, σ. 37-77.
[16] Merton Strommen Five cries of youth. HarperSanFrancisco, 2nd revised ed., 1993, σ. 49.
[17] Susan Silverberg, Dawn Gondoli Autonomy in adolescence: a contextualixed perspective. “Psychosocial development during adolescence”, Gerald Adams, Raymond Montemayor, Thomas Gullotta (eds.), Sage publ., 1996, σ. 12-61.
[18] ό.π.
[19] Αγίου Αυγουστίνου Εξομολογήσεις, α΄ τόμος, εκδ. Πατάκη, 1997, σ. 160, 162.
[20] Αλαίν Μπρακονιέ, Ντανιέλ Μαρτσελί Τα χίλια πρόσωπα της εφηβείας, εκδ. Καστανιώτη, 2002, σ. 109.
[21] Αναλυτική διαπραγμάτευση του ψευδούς εαυτού, φαινομένου που παρατηρείται ιδιαίτερα στα διανοητικά προικισμένα παιδιά, εκτίθεται στο βιβλίο μου Αναζητώντας το πρόσωπο, εκδ. Αρμός.


Εκτύπωση   Email